Ρέιβ, βία, ιεροτελεστία. Στις 17 & 18 Νοεμβρίου, η Κεντρική Σκηνή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση δονείται από την επιθυμία μιας ομάδας νέων για ευφορία και από την κοινή τους αγάπη για την techno μουσική.
Υπό τους ήχους ενός κανονικού ρέιβ πάρτι, τους οποίους έχει επιμεληθεί ο διάσημος Αμερικανός dj Peter Rehberg, στο Crowd της Ζιζέλ Βιέν παρακολουθούμε τα σώματα 15 νέων χορευτών να δημιουργούν μια ατέλειωτη σειρά από πίνακες σε πολύ αργή κίνηση. Ερωτισμός, βία, ένα συναισθηματικό rollercoaster υπό τους ήχους σημαντικών κομματιών της ηλεκτρονικής μουσικής και 15 νέοι που χάνονται και ξαναβρίσκονται στο «πλήθος».
Η ροή των κινήσεων διακόπτεται κάθε φορά, για να ακολουθήσει μια διαφορετική κατεύθυνση. Αυτά τα ανολοκλήρωτα ταμπλώ βιβάν αποκαλύπτουν, από τη μια, την εκστατική, σχεδόν θρησκευτική διάσταση της διασκέδασης και, από την άλλη, την πλήρως ασυνείδητη βία που ενυπάρχει σε αυτήν – μια βία απελευθερωτική και γονιμική, σαν σε αρχαία τελετουργία. Ανοίκειος αλλά και εκπληκτικά όμορφος, ο κόσμος του Crowd έλκει το βλέμμα σαν μαγνήτης.
Έχοντας θητεύσει μεταξύ άλλων και στον κινηματογράφο, η Ζιζέλ Βιέν δημιουργεί μια εκπληκτικής ακρίβειας παρτιτούρα κινήσεων. Καθεμιά τους εκτελείται με βάση ένα κινηματογραφικό εφέ, όπως είναι η αργή κίνηση, το πάγωμα της εικόνας ή η διαρκής και «σπασμένη» επανάληψη ενός αρχείου .gif.
Στα έργα της δημιουργεί ένα πανόραμα εικόνων εκπληκτικής ομορφιάς, ανοίκειο, παράξενο και αποπροσανατολιστικό, το οποίο μετατρέπεται σε μικροσκόπιο που επιτρέπει να φανούν καθαρά τα ατομικά και συλλογικά συναισθήματα, οι φαντασιώσεις και οι δυνάμεις που μετατοπίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Ανατρέχοντας στην περίοδο της δεκαετίας του ’90, όταν η ίδια εμβαπτιζόταν για πρώτη φορά στους κόσμους του κλάμπινγκ και του θεάτρου, στο Βερολίνο, η Ζιζέλ Βιέν προσκαλεί τον διάσημο συνθέτη ηλεκτροακουστικής μουσικής Πήτερ Ρέμπεργκ να επιλέξει τα κομμάτια που συνθέτουν το σάουντρακ για το ρέιβ πάρτι του Crowd.
Ο Πήτερ Ρέμπεργκ, συνθέτης και ιδρυτής του label Éditions Mego, βραβεύτηκε στην Ars Electronica το 1999, την ίδια χρονιά που και η Ζιζέλ Βιέν έκανε την πρώτη της σκηνοθεσία.
Οι μουσικές επιλογές του Ρέμπεργκ έχουν σαφείς αναφορές στην τέκνο σκηνή του Ντητρόιτ με κομμάτια, μεταξύ άλλων, του Jeff Mills, των Underground Resistance και των Drexciya, που σημάδεψαν τον ήχο των κλαμπ της βερολινέζικης σκηνής, καθώς και μουσική που έχει γράψει ο ίδιος σε συνεργασία με τον Stephen O’Malley των Sunn O))). Αυτοί οι ήχοι, που κυριάρχησαν στα κλαμπ τα τελευταία τριάντα χρόνια, βρίσκοντας τον δρόμο τους από τα κρυφά ρέιβ πάρτι στις πιο mainstream εκφάνσεις του σημερινού ηχητικού τοπίου, είναι ο ένας από τους άξονες που καθόρισαν τη δημιουργία του Crowd.
Ο δεύτερος άξονας είναι η δραματουργία του Dennis Cooper, μόνιμου συνεργάτη της Ζιζέλ Βιέν από το 2004. Ο Νεοϋορκέζος συγγραφέας, ποιητής, κριτικός και επιμελητής έχει αποτελέσει πρότυπο για πολλούς νεότερους συγγραφείς. Έγινε γνωστός από τις πέντε αυτοβιογραφικές νουβέλες του με τον κοινό τίτλο “George Miles Cycle”. Στο έργο του κάνει πολλές αναφορές στην underground και indie μουσική σκηνή, με μέλη της οποίας διατηρεί στενές σχέσεις.
Η Γαλλοαυστριακή χορογράφος και σκηνοθέτρια Ζιζέλ Βιέν γεννήθηκε το 1976, στη Σαρλβίλ-Μεζιέ της Γαλλίας. Μετά από σπουδές φιλοσοφίας και μουσικής, φοίτησε στην Εθνική Σχολή Μαριονέττας (École Nationale Supérieure des Arts de la Marionnette) στη γενέτειρά της.
Ίδρυσε τη δική της ομάδα το 1999 και από τότε έχει δημιουργήσει 14 παραστάσεις. Συνεργάζεται συχνά με τον συγγραφέα Ντένις Κούπερ, τους μουσικούς Πήτερ Ρέμπεργκ και Στέφεν Ο’Μάλεϊ, τον φωτιστή Patrick Riou και τον ηθοποιό Jonathan Capdevielle, σε έργα που κατέκτησαν αμέσως τις ευρωπαϊκές σκηνές, όπως τα Jerk (2008), Showroomdummies #3 (2009, νέα εκδοχή του έργου που δημιούργησε αρχικά το 2001 με τον Etienne Bideau-Rey, το οποίο σήμερα αποτελεί μέρος του ρεπερτορίου του CCN-Ballet de Lorraine), LAST SPRING: A Prequel (2011), The Pyre (2013) και The Ventriloquists Convention (2015, σε συνεργασία με το Puppentheater Halle).