«Καζαντζακης» του Γιαννη Σμαραγδη: Τραγελαφος
Η - τουλάχιστον σοκαριστική - ματιά του Γιάννη Σμαραγδή πάνω στο Νίκο Καζαντζάκη
Μια απαραίτητη διευκρίνιση στην αρχή, προκειμένου να είμαι στοιχειωδώς ειλικρινής. Στα αρκετά πλέον χρόνια που μετρά η στήλη, έχω φυσικά ξαναγράψει άσχημα, ως και πολύ άσχημα λόγια για ταινίες, αλλά ως τώρα ήταν όλα ανεξαίρετα προϊόν μιας διάψευσης. Πηγαίνεις σινεμά ακριβώς επειδή ελπίζεις να δεις ένα έργο που θα σε ικανοποιήσει, πηγαίνεις σινεμά καλοπροαίρετα, πηγαίνεις σινεμά γεμάτος προσδοκίες, ειδάλλως δεν υπάρχει λόγος να πηγαίνεις σινεμά – πόσο μάλλον να γράφεις για αυτό. Κι όταν αυτό που παρακολουθείς θεωρείς ότι πάσχει, πάσχεις λίγο κι εσύ μαζί του, στραβώνεις που πάσχει, στραβώνεις που οι προσδοκίες σου δεν ευοδώθηκαν. Στην περίπτωση του «Καζαντζάκη» όμως, τα άσχημα λόγια που θα ακολουθήσουν είναι προϊόν μιας επαλήθευσης. Αυτή τη μόνη φορά πήγα σινεμά κακοπροαίρετα, πήγα σινεμά με διαφορετικού τύπου αγωνία: θα ήταν πράγματι τόσο πολύ κακό, όσο η φήμη που το συνόδευε και όσο φαινόταν στο τρέιλερ; Η απάντηση είναι ένα απερίφραστο «Ναι». Ναι, ό,τι κι αν έχεις ακούσει κι ό,τι κι αν έχεις φανταστεί, και πάλι θα είναι λίγο όταν έρθεις αντιμέτωπος με αυτήν καθαυτή την ταινία.
Μια ταινία που υποτίθεται ότι καταγράφει τα απλωμένα σε επτά δεκαετίες πιο καθοριστικά γεγονότα της ζωής του πιο πολυδιαβασμένου και αναντίρρητα ενός από τους κορυφαίους Έλληνες πεζογράφους, μια ταινία που υποτίθεται ότι ταξιδεύει από την Κρήτη, στην Αθήνα, στο Άγιο Όρος, στην έρημο Σινά, στη Βιέννη, στην Αντίμπ, στη μετεπαναστατική Σοβιετική Ένωση και σε άλλα μέρη που πιθανώς ξεχνάω, πάντως όχι στην Κίνα. Στην Κίνα η κάμερα του Σμαραγδή δεν τολμά να πάει, με τον τρόπο τουλάχιστον που υποτίθεται ότι πήγε στα άλλα μέρη, ίσως γιατί βασικό σημείο που έρχεται κι επανέρχεται στην αφήγηση είναι ότι μια γειτόνισσα που έλεγε τον καφέ, είχε προειδοποιήσει εγκαίρως το ζεύγος Καζαντζάκη να μην πάει στην Κίνα, γιατί κάτι κακό θα τους βρει, οπότε καλού κακού σου λέει μη δείξουμε Κίνα και μας πάρει κι εμάς ξώφαλτσα καμιά κακιά μοίρα. Κάνεις ταινία για τον Καζαντζάκη κι επιλέγεις να δώσεις μεγάλη βάση στο τι είδε μια γειτόνισσα στον καφέ. Φόρος τιμής στον μυστικισμό του Καζαντζάκη ή μια από τις πάρα πολλές ανεκδιήγητες επιλογές του σκηνοθέτη και σεναριογράφου;
Μια ταινία που υποτίθεται καλύπτει δυο απελευθερώσεις, της Κρήτης το 1898 από τους Τούρκους και της Ελλάδας από τους Γερμανούς το 1944. Η Κρήτη απελευθερώνεται και βλέπουμε σε μια γωνιά του λιμανιού καμιά δεκαριά Κρητικούς να χορεύουν σε σλόου μόσιον. Δεν είναι θέμα μπάτζετ και του τι μπορείς να δείξεις. Δείξε την απελευθέρωση ακόμη και με δέκα Κρητικούς να χορεύουν σε σλόου μόσιον. Αλλά μην τους δείξεις σαν εκπομπή της ΕΡΤ με δημοτικά τραγούδια και πανηγύρια. Στην Κατοχή το ζεύγος Καζαντζάκη προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με την πείνα και τις στερήσεις. Στην αρχή έχουν αρκετά εφόδια, μετά μένουν μόνο τσάι και ελάχιστο τυρί. Πρώτα τελειώνει το τυρί και τη στιγμή ακριβώς που τελείωσε και το τσάι τελειώνει και η Κατοχή. Φίου. Λίγο μετά βέβαια ξεσπάει ο εμφύλιος και Καζαντζάκης και Σικελιανός συζητούν χαριτολογώντας ότι θα τους βρει καμιά αδέσποτη και δεν θα ξέρουν και από πού τους ήρθε. Καθώς Έλληνες τουφεκάνε Έλληνες βάσει των πολιτικών παθών, οι δυο φωτισμένοι λογοτέχνες συμφωνούν ότι η τέχνη είναι που θα σώσει και θα εξυψώσει την Ελλάδα.
Ας μη μείνουμε ούτε σε μεγάλες βιογραφικές ανακρίβειες (την πλήρη παράλειψη του πρώτου γάμου), ούτε σε γκρίζες διαφημίσεις, γιατί, οκ, πράγματι όταν αυτά γίνονται κατά κόρον σε ξένες ταινίες τα παραβλέπουμε. Πάντως όταν δείχνεις την ερωτική ζωή του Καζαντζάκη πριν γνωρίσει την Ελένη Σαμίου και μετά την πλήρη και απόλυτη και ειδυλλιακή σύνδεση του ζευγαριού, έχοντας παραλείψει κάθε αναφορά στον γάμο και τη σχέση με την Γαλάτεια Αλεξίου, κάτι θες να πεις ή μάλλον να μην πεις, κάτι σου χαλάει τη μανέστρα της εξιδανίκευσης. Και πάντως ακόμη και η γκρίζα διαφήμιση γίνεται άγαρμπα και άτεχνα, γίνεται σαν να βλέπουμε εκπομπή μαγειρικής στην τηλεόραση και η κάμερα ζουμάρει στο προϊόν χορηγό.
Ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης είναι ό,τι δεν είναι ο «Καζαντζάκης»
Στους τίτλους τέλους, σε μια ακόμη χειρονομία που μας πείθει ότι αυτό που παρακολουθήσαμε δεν ήταν μια εντελώς κανονική ταινία, ο σκηνοθέτης ευχαριστεί το πρωταγωνιστικό δίδυμο των Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου και Μαρίνας Καλογήρου για την «ανεξίτηλη» ερμηνεία τους. Ανεξίτηλη ναι, δεν είναι καθόλου απίθανο να μείνει. Αλλά δυστυχώς όχι με τον τρόπο που το εννοεί ο Σμαραγδής. Όταν στα πρώτα λεπτά παρακολουθούμε σκηνές από το σχολείο που πήγαινε ο μαθητής Καζαντζάκης, ο Σμαραγδής θέλει να μας δείξει τον έφηβο ακόμη ήρωα με το ατίθασο πνεύμα που κάνει χαβαλέ με τους δασκάλους του. Είναι σκηνές που θα είχαν θέση μόνο σε βιντεοταινία της δεκαετίας του ογδόντα, μόνο που ακόμη κι αν ήταν γυρισμένες επί τόπου με σενάριο που γραφόταν εκείνη τη στιγμή, ο πρωταγωνιστής που θα έκανε τις αστείες (;;;) μούτες θα ήταν πολύ λιγότερο γελοίος από τον, κοντά σαραντάχρονο, Παπασπηλιόπουλο που υποδύεται τον μαθητή Καζαντζάκη, λες κι αυτός είναι τερματικά ηλίθιος.
Όλη μα όλη η ταινία είναι γεμάτη από χαρακτήρες που είτε γελούν οι ίδιοι με τα αστεία τους και τον εαυτό τους, είτε θαυμάζουν στο φουλ τον συνομιλητή τους. Ο Άγγελος Σικελιανός, προφανώς όχι εσκεμμένα αλλά κατά λάθος, παρουσιάζεται ως ένα γροτέσκα αυτάρεσκος φαφλατάς και μόνο. Ο Καζαντζάκης γράφει την «Αναφορά στον Γκρέκο» και θυμάται διάφορα επεισόδια της ζωής του -βασικό αφηγηματικό όχημα της ταινίας- και κάθε λίγο και λιγάκι η αφήγηση διακόπτεται για ένα reaction shot της Καλογήρου που τον κοιτά εκστασιασμένη, συγκινημένη, λατρευτικά.
Η δεύτερη από τις δύο σκηνές με τον Ντασέν, την Μερκούρη, τον Καζαντζάκη και την Ελένη, είναι ολόκληρη σκηνή ανθολογίας, που ολοκληρώνεται με ένα κρεσέντο του Παπασπηλιόπουλου όταν κάνει αστείες φάτσες και αμέσως μετά λυπημένες. Και τον σιγοντάρει η Καλογήρου κάνοντας κι αυτή φάτσες. Κι όλοι μαζί γελάνε. Κι εσύ ως θεατής ανακατεύεσαι. Είναι σκηνές τόσο κακές που σε φέρνουν σε αμηχανία, σε κάνουν να θες να φωνάξεις στην αίθουσα, σταματήστε, ντραπείτε επιτέλους κάπου με αυτό που γυρίζετε.
Μπορώ επίσης να βάλω στοίχημα ότι όποιος δει χωρίς να ξέρει οτιδήποτε άλλο για την πρώτη σκηνή που ο Καζαντζάκης πέφτει στο κρεβάτι με την Ίτκα και πετάνε ρούχα καθώς φιλιούνται παράφορα, λογομαχώντας για τον Λένιν και τον Βούδα, θα θεωρήσει ότι είναι σκηνή παρωδίας. Στις «Τρελές Σφαίρες» θα τους έβαζαν να το κάνουν με λιγότερο πάθος.
Επίσης επειδή όλοι είμαστε όλα σε αυτή τη χώρα, όλοι μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, έτσι κι ο Θοδωρής Αθερίδης θεώρησε ότι έπρεπε να δεχτεί να παίξει τον Ζορμπά. Σιγά, και τι έγινε. Τι πάει να πει άλλα μεγέθη, τι πάει να πει Άντονι Κουίν, τι πάει να πει τι. Τον Ζορμπά μου ζήτησε να παίξω; Θα τον παίξω. Και φράγκα θα πάρω και κόσμος θα με δει και έλα μωρέ τώρα. Μακάρι, ειλικρινά μακάρι, ο Αθερίδης να δέχτηκε να παίξει τον Ζορμπά, από καλλιτεχνική ματαιοδοξία και από υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του. Φοβάμαι όμως -και εδώ παραδέχομαι ότι κάνω δίκη προθέσεων- ότι το κίνητρο δεν ήταν η ματαιοδοξία, αλλά η βαθιά αδιαφορία για το τι είναι τι, ποιος είναι ποιος, για τον χυλό που όλοι κολυμπάνε μέσα, έναν χυλό που εν τέλει οδηγεί και σε ταινίες όπως ο «Καζαντζάκης».
Ο κινηματογράφος, ο ελληνικός ή ίσως και όχι ο ελληνικός, χρωστάει μια κανονική ταινία πάνω στον Νίκο Καζαντζάκη
Αν η φράση «εκπληρώσαμε το χρέος μας στο σώμα» αναφορικά με το σεξ που έκανε στη διάρκεια της σχέσης τους η Ίτκα με τον Καζαντζάκη είναι από βιβλίο του Καζαντζάκη, ακόμη κι αν ο συγγραφέας Καζαντζάκης τη βάζει στο στόμα της γυναίκας που του το λέει, όταν εσύ ως σεναριογράφος επιλέγεις να τη βάλεις σε ταινία το 2017, όταν εσύ επιλέγεις να την εκφέρει ζωντανός άνθρωπος σε ζωντανό άνθρωπο, μετατρέπεις αυτό που υπάρχει σε ένα άλλο λογοτεχνικό περιβάλλον και γλωσσικό ύφος σε ακόμη μια σκηνή αμηχανίας. Και γενικότερα στο ύφος του Καζαντζάκη οι όποιες μεγαλοστομίες είναι ενταγμένες σε ένα άλλο αισθητικό σύνολο, έχουν μια άλλη επίδραση μέσα σου. Εδώ αποκόπτονται τελείως από το σώμα των βιβλίων, στέκονται ως ξύλινος λόγος, είναι λόγια και μόνο λόγια, δεν έχει γίνει η παραμικρή προσπάθεια μετατροπής του πνεύματος του Καζαντζάκη σε εικόνα. Α ναι, υπάρχει μια εικονοποίηση, κι αφορά το «αμόλευτο ελληνικό φως»: πλάνα Σαντορίνης και ΕΟΤ, αλλά κακού ΕΟΤ. Το πιο κοντινό που μπορώ να σκεφτώ στο καλλιτεχνικό ήθος της ταινίας είναι σχολική γιορτή δημοτικού. Να βγουν τα παιδάκια να πουν τα εμπνευστικά τους λόγια, να τα απαγγείλουν φωναχτά, να παραδοθούν οι γονείς στο ηθικοπλαστικό κιτς της συγκίνησης για τη συγκίνηση, της κορώνας που αγαπά τον εαυτό της, του άσπρου εναντίον του μαύρου στον ασπρόμαυρο κόσμο. Αλλά δεν είναι ο Παπασπηλιόπουλος ο γιος μας να συγκινηθούμε. Υποτίθεται ότι υποδυόταν τον Νίκο Καζαντζάκη.
Αν κάτι αφήνει ως τελικό επιστέγασμα η παρακολούθηση της ταινίας, είναι ότι ο κινηματογράφος, ο ελληνικός ή ίσως και όχι ο ελληνικός, χρωστάει μια κανονική ταινία πάνω στον Νίκο Καζαντζάκη. Χρωστάει μια ταινία που να προσεγγίσει τη ζωή του, το έργο του, την προσωπικότητά του, με όρους μη τραγελαφικούς. Ο Γιάννης Σμαραγδής δικαιούνταν να κάνει μια κακή ταινία για τον Καζαντζάκη. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι δικαιούνταν να κάνει μια τραγελαφική ταινία για τον Καζαντζάκη. Τα προηγούμενα biopics του για άλλους μεγάλους Έλληνες μπορεί να μην άλλαξαν την ιστορία του παγκόσμιου σινεμά, μπορεί να είχαν τα λίγα ή τα πολύ περισσότερα θέματά τους, πάντως τραγελαφικά δεν ήταν. Εδώ όμως παίρνει έναν συγγραφέα που όταν τον διαβάζεις, είτε σου πάει είτε δεν σου πάει, δεν μπορείς να αρνηθείς ότι έχει μια πρωτογενή δύναμη εξαιρετικά σπάνια, δεν μπορείς να αρνηθείς ότι έγραψε με τη φιλοδοξία και το όραμα η σκέψη του να συνταράξει τον αναγνώστη όσο συντάρασσε τον ίδιο, και τον μετατρέπει ούτε καν σε καρικατούρα, σε κάτι χειρότερο κι από καρικατούρα, σε κάτι που σχεδόν τον παρωδεί, ενώ υποτίθεται τον εξυμνεί. Εδώ, προσπαθώντας να καταγράψει το αποτύπωμα ενός ανθρώπου που στάθηκε πολύ πάνω από το κοινό μέτρο, όχι μόνο το κατεβάζει βίαια και σοκαριστικά στο κοινό μέτρο, αλλά το κατεβάζει και στην πιο άτεχνη, απλουστευτική, συνθηματική, μεγαλόστομη, γλυκανάλατη, καθησυχαστική, αγιοποιητική, διαστρεβλωτική δυνατή εκδοχή του, πέφτοντας πολύ πιο κάτω ακόμη κι από τα στάνταρ του κοινού μέτρου. Ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης είναι ό,τι δεν είναι ο «Καζαντζάκης».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ 65 ΣΧΟΛΙΑ
Θοδωρής Γκοτσης
Νοεμβρίου 28, 2017 at 10:55 pm
Χωρίς να έχω δει την ταινία (και ούτε πρόκειται) συμφωνώ απόλυτα με τον κριτικο. Διότι τα ίδια ακριβώς θα έγραφα και για το “Ελ Γκρέκο”. Και σε αυτό ακριβώς διαφωνώ με τον κριτικο : το “Ελ Γκρέκο” είναι και αυτό
τραγελαφικοτατο.
Ερμής
Νοεμβρίου 29, 2017 at 8:01 am
Μπράβο σωστός
Ερμής
Νοεμβρίου 29, 2017 at 8:02 am
Μπράβο,σωστά τα λες
Μάριος
Νοεμβρίου 29, 2017 at 9:16 am
Καλημέρα,
Από όλα τα κείμενά σας που διάβασα μέχρι τώρα, αυτό είναι το πιο σαφές, ‘διαυγές’ και τεκμηριωμένο. Και θα ακολουθήσω την προτροπή σας.
ΡΟΥΣΣΑ ΜΑΡΚΑΚΗ
Νοεμβρίου 29, 2017 at 9:39 am
Έτσι ακριβώς, δε θα άλλαζα ούτε λέξη από την κριτική. Η απόλυτη γελοιοποίηση των πάντων, προσώπων και καταστάσεων. Τόσο ψεύτικο!!!
Βαγγέλης Ζιώγας
Νοεμβρίου 29, 2017 at 9:47 am
Χωρίς να έχω δει την ταινία (και ούτε πρόκειται) συμφωνώ απόλυτα με τον κριτικο. Διότι τα ίδια ακριβώς θα έγραφα και για το “Ελ Γκρέκο”. Και σε αυτό ακριβώς διαφωνώ με τον κριτικο : το “Ελ Γκρέκο” είναι και αυτό
τραγελαφικοτατο.
Φιλιππος
Νοεμβρίου 29, 2017 at 10:59 am
Τα πρότυπα ιδεών δεν αποδίδονται γιατί ακουμπούν στο άπειρο
Μαρια Δανιηλ
Νοεμβρίου 29, 2017 at 11:07 am
Δεν συμφωνω!!! Εγω συγκινηθηκα και εκλαψα… Οι ερμηνειες εκπληκτικες, τα μηνυματα ξεκαθαρα, η προσπαθεια καλη! Δεν συμφωνω με αυτα που γραφεις…
IaTriDis
Νοεμβρίου 29, 2017 at 12:29 pm
Καλημέρα! Ή προβοκαρεις το κοινο, ή είναι ενα έξυπνο τρικ που θα στείλει τον κοσμο στο σινεμά να δει την ταινία!
Πέρα απο το σημείο του χορού και της διαφήμισης που θα συμφωνήσω μερικώς μαζί σου, η υπόλοιπη κριτική σου είναι αθλιότατη. Ο σκηνοθέτης ως ανεξάρτητος καλλιτέχνης επιλέγει τι θα βάλει στην ταινία του και με ποιο τροπο θα συγκινήσει το κοινο του. Απο κει και πέρα, ο κάθε θεατής θα βιώσει το έργο με τον δικο του μοναδικό τροπο! Αν δεν σου άρεσε, μαγκια σου! Αλλά με το κείμενο σου θίγεις τα συναισθηματα που ενιωσα,και που θα νιώσουν και άλλοι υποθετω. Η κριτική από την χυδαιότητα και την αθλιότητα έχουν μια απόσταση!
A.K.
Νοεμβρίου 29, 2017 at 2:52 pm
Η εμπάθεια και η παραπληροφόρηση έχουν όρια. Ντροπή !!!
stefanos
Νοεμβρίου 29, 2017 at 4:05 pm
Συμφωνώ απόλυτα.
Βέρθα Παπαγεωργίου
Νοεμβρίου 29, 2017 at 4:43 pm
Τόσο χάλια;;; αναρωτιόμουνα αν θα πάω να την δω, γιατί δεν με ενθουσιάζει ιδιαίτερα ο Σμαραγδής…
Γεωργία Πρέπα
Νοεμβρίου 29, 2017 at 5:13 pm
Σχολιασμός με ουσία!!
Τακης
Νοεμβρίου 29, 2017 at 5:38 pm
Με το συμπάθειο αλλά κατά την άποψή μου και οι υπόλοιπες βιογραφικές ταινίες που έχει κάνει ο κ. Σμαραγδής στα όρια του τραγέλαφου ήσαν. Απορίας άξιον βέβαια πως μετά την πρώτη μπόρεσε και βρήκε χρηματοδότηση για τις υπόλοιπες
GRECO
Νοεμβρίου 29, 2017 at 7:40 pm
Τα παραπάνω λόγια είναι πολύ ευγενικά..
Ή πραγματική αποτύπωση της τραγικότητας της ταινίας, θα δικαιολογούσε λίγο περισσότερο θυμό..!
ΑΠΑΡΆΔΕΚΤΗ ΤΑΙNΙΑ ΓΙΑ ΕNΑN ΤΟΣΟ ΜΕΓΑΛΟ ΕΛΛΗNΑ.-
Εύβουλος
Νοεμβρίου 29, 2017 at 8:20 pm
Έχω δει σκηνοθετικές “πρωτοβουλίες” που ξεπερνούν κατά πολύ αυτές που αναφέρονται πιο πάνω. Ο Σμαραγδής έκανε ταινία, όχι ντοκιμαντέρ και ταινία πήγα να δω. Στο σύνολο, μου άρεσε.
Φωτεινή
Νοεμβρίου 29, 2017 at 8:39 pm
Συμφωνώ απολύτως!!!
Νάντια Φωτάκη
Νοεμβρίου 29, 2017 at 8:41 pm
Εξαιρετική κριτική!!! Μπράβο!!!
Elena
Νοεμβρίου 29, 2017 at 9:21 pm
Τα ιδια δεν εκανε κ με τον ελ γκρεκο? Χολυγουντιανη αισθητικη …ερωτες γκομενες ..καμια αληθινη προσεγγιση στο προσωπο κ κυριως στην σκεψη κ στο εργο του ζωγραφου.
Ειρήνη
Νοεμβρίου 29, 2017 at 10:20 pm
Κακή ταινία, ανούσια, αφόρητα βαρετή.Με αστείες υπερβολές. Συμφωνώ απόλυτα με τον γράφοντα.
ΚΟΣΜΑΣ
Νοεμβρίου 30, 2017 at 3:43 am
Σε ένα πράγμα μόνο πράγμα θα διαφωνήσω αν και δέν έχω δεί την ταινία και ούτε πρόκειται να τη δώ…Η ταινία για τον Δ. Θεοτοκόπουλο (ενός απο τα μεγαλύτερα ιερά τέρατα στην ιστορία της ζωγραφικής και τέχνης συνάμα),ήταν εξίσου τραγελαφική, φαιδρή, γελοία, αν και η γελοιότητα έχει ένα λόγο ύπαρξης θα μπορούσε να πεί κανείς…Όμως η ταινία αυτή μέσα στην ευελιξία του χυλού όπως αναφέρεις και που κυριαρχεί παγκοσμίως, βραβεύτηκε και μας πλασαρίστηκε ως αριστούργημα!!! Αυτός είναι ο εκφασισμός, να στρεβλώνεις τις διαδικασίες της δημιουργικότητας, τους μεγάλους δημιουργούς-προσωπικότητες που σε ξεπερνούν, να τις μεταφέρεις στο ευρύ κοινό που ”εκπολιτίζεται” απο το οχετό των ιδιωτικών καναλιών με τρόπο απλουστευτικά χυδαίο, για να γίνεσαι αν μη τι άλλο αρεστός…
Κάποτε ο Ν. Κεσσανλής πρίν μερικά χρόνια είχε δώσει μία εξαιρετική συνέντευξη με τον εξής βαρύγδουπο τίτλο δια στόματος του τότε υπουργού πολιτισμού της Γαλλίας Τουμπόν: ”Θάνατο στους μα…..” και ενοούσε βέβαια τον πνευματικό θάνατο!
Οι άνθρωποι που κατορθώνουν να κάνουν μεγάλη τεχνη – έρευνα ακόμα και σήμερα, είναι το τελευταίο προπύργιο, το ουσιαστικό ιερό και όσιο πους μας απομένει απέναντι στην πολιτική
και θρησκευτική χειραγώγηση. Απέναντι, στην διαρκή άνοδο και κυριαρχία της μετριότητας, ,της ασημαντότητας, όπου μέσα στο πλαίσιο του ”εκδημοκρατισμένου” και καλά δικαιώματος στην έκφραση, αποδομείται και εκμαυλίζεται συστηματικά ότι σημαντικό και ουσιαστικό έχει κατατεθεί απο την ανθρώπινη διάνοια από τον κάθε ας μη χαρακτηρίσω καλύτερα…
Να τον χαίρονται, να τον βραβεύσει η υπέροχη Ακαδημία μας, που διέγραψε τον Δ.Μυταρά
λίγο καιρό πρίν το θάνατό του απο μέλος της, επειδή δεν μπορούσε να παραβρεθεί στις συνεδριάσεις! (Λόγω πολύ σοβαρού προβλήματος υγείας που είχε να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος όπως οι περισσότεροι γνώριζουν πλέον)…
Κοσμάς Καρύπογλου, απόφοιτος Α.Σ.Κ.Τ
μαρινα
Νοεμβρίου 30, 2017 at 7:42 am
κακιστος κιτς επιφανειακος και πομπωδης ο σμαραγδης παντα
και οι ταινιες του δεν βλεπονται
απορω γιατι τις κανει
Κώστας Παρασκευόπουλος
Νοεμβρίου 30, 2017 at 9:56 am
Ο συντάκτης του άρθρου, είναι προφανές ότι δεν έχει διαβάσει κανένα από τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη.
Αν πας να δεις την ταινία “Καζαντζάκης” έχοντας προγραμματίσει για μετά μπουζούκια, σου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθείς τη δωρική απεικόνιση της ζωής του μεγάλου Έλληνα. Δωρικές, λιτές σκηνές, μουσική κρητική όπως του έπρεπε, χαρακτήρες ηθοποιών η ερμηνεία των οποίων δεν υπερβαίνει τον χαρακτήρα του τιμώμενου προσώπου. Περισσότερο ντοκυμαντέρ παρά ταινία. Επιτηδευμένη τόσο όσο. Λιτή και δωρική που όμως γεμίζει εύκολα κάτι λιγότερο από 2 ώρες.
Αν δεν έχετε αντιληφθεί ποιός ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης μην πάτε να δείτε την ταινία. Θα χάσετε 2 ώρες από τη ζωή σας χωρίς να καταλάβετε και πολλά. Όπως ο συντάκτης της εν λόγω κριτικής.
Αν όμως έχετε διαβάσει Καζαντζάκη, έστω την Ασκητική, μη χάσετε αυτό το κινηματογραφικό μνημόσυνο στον μεγάλο Έλληνα.
Κλαίρη Κουράτορα
Νοεμβρίου 30, 2017 at 11:21 am
Όταν πηγαίνεις καλοπροαίρετα, φυσικό είναι να σου φανεί κακή η ταινία! Η ταινία παρουσιάζει τον άνθρωπο Καζαντζάκη, όχι έναν σούπερ ήρωα! Η σύζυγός του τον κοιτάει στα μάτια με αγάπη! Που είναι το κακό σε αυτό; Όσο για το Ζορμπά, δεν είχε πρωταγωνιστικό ρόλο για να καλέσουμε τον Άντονι Κουίν! Ότι τον αναφέρει ως Γιώργη Ζορμπά το προσέξατε; Όσο για τα τρόφιμα που τελείωσαν με την απελευθέρωση της Κρήτης, δεν μπορεί να μην προσέξατε ότι η σύζυγος του Καζαντζάκη εμπιστεύεται στη σύζυγό του Άγγελου Σικελιανού ότι τους ταΐζουν οι γείτονες εν αγνοία του! Ο σκηνοθέτης δεν ήθελε να δείξει τον ήρωά του να λοιμοκτωνεί! Αν βέβαια, θέλατε να δείτε μια ταινία γεμάτη εφέ τύπου Χόλυγουντ με τους Αχαιούς να αποκαλούνται Greeks σε λάθος ταινία πήγατε!
Madame Hortense
Νοεμβρίου 30, 2017 at 12:42 pm
Επιεική σε βρίσκω. Πρόκειται για ασέβεια τόσο στον άνθρωπο, όσο και στο συγγραφέα. Και το πρόβλημα τοποθετείται αποκλειστικά στο σκηνοθέτη και το σεναριογράφο, καθώς οι ηθοποιοί λίγο-πολύ προσπάθησαν, η μουσική ήταν καλή, όπως και η φωτογραφία.
Το έργο είναι καθαρά κίτς σύμφωνα με τον βασικότερο ορισμό του κίτς: Ένα έργο που αντί να υποβάλλει συναισθήματα, σε διατάζει να αισθανθείς κάτι συγκεκριμένο. Ο Καζαντζάκης δεν εικονογραφείται, μονολογεί ακατάπαυστα και βαρετά κρατώντας το ίσο στην πολτώδη ροή της ταινίας, και ο θεατής διατάζεται να νιώσει ένα εκ των πραγμάτων αδικαιολόγητο δέος. Ξεχωρίζουν με την κραυγαλέα χυδαιότητα και ακαλαισθησία τους σκηνές όπως η ξετσίπωτη διαφήμιση συγκεκριμένου φούρνου και αρτοσκευασμάτων, η φρικαλέα σκηνή βίαιων ερωτικών προκαταρκτικών όπου οι πρωταγωνιστές με κάθε ρούχο που σκίζουν πετάνε και μια καζαντζακική ατάκα, η σκηνή με την green screen έρημο και τον καμηλιέρη με το μπλου τζήν κάτω από την κελεμπία, η τάχαμου δήθεν εισαγωγή στο κλιμα της εποχής με τα ξεκάρφωτα πλάνα αρχείου… Πραγματικά, δεν ήξερες τι έγκλημα κατά της κινηματογραφικής τέχνης θα σε βρει το επόμενο λεπτό.
Είναι αίσχος το ότι απατεώνες σαν το Σμαραγδή και υπερφίαλοι ντιλετάντες σαν τον Π*π*κ*λλ**τ* μονοπωλούν το ενδιαφέρον και ροκανίζουν χρηματοδοτήσεις, ενώ ταλαντούχοι νέοι σκηνοθέτες στραγγαλίζονται πολλαπλώς.
φωτης
Νοεμβρίου 30, 2017 at 7:14 pm
Απορώ πώς ο αριστερός (υποτίθεται) Σμαραγδής του “Σιγά η πατρίδα κοιμάται¨και “Χαίρε Τάσο Καρατάσο¨ (εξαιρετικές σειρές στην ΕΡΤ) την πάτησε και έπεσε στη λούμπα της ματαιοδοξίας και της αγιογραφίας του Βαρβάκη , του Ελ Γκρέκο και του Καβάφη κυνηγώντας το εθνικό “μεγαλείο¨.
Μαρίνος Αχιλλέως
Νοεμβρίου 30, 2017 at 7:37 pm
Καλησπέρα. Ένας απο τους δύο σκοπούς που κάνω αναρτηση το δικό μου σχόλιο είναι για να τονίσω σε αναγνώστες του άρθρου που δεν είσαν την ταινία πώς η πιο πανω κριτική δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω απο μια μέση/άκρως υπερβολική άποψη. Ο δημιουργός έθιξε αρκετά σημεία της ταινίας. Συγκεκριμένα στο χορό, τη διαφήμιση, τον γάμο του Νλικου Καζαντζάκη και τη σκηνή της ελευθερίας απο τους γερμανούς μπορώ να συμφωνήσω πώς ήταν φανερά τα αδύναμα σημεία του έργου. Όμως πέρα αυτών η υπόλοιπη κριτική είναι εντελώς ακραία. Και εγώ ο ίδιος πήγα προϊδεασμένος κακοπροαίρετα όμως εκτίμησα την προσπάθεια και συγχαίρω όλους τους συντελεστές για το αξιοπρεπές αποτέλεσμα που βγήκε.
Και ο δέυτερος λόγος του σχόλιου μου είναι για να τονίσω στον δημιουργό του άθρου πώς σε καθε κριτική όσο αρνητικά σκοπέυεις να παρουσιάσεις κάτι, απαιτείται να αναφέρεις και τα θετικά σημεία. (Ας μήν περιπαιζόμαστε, ταινία είναι. Σαφώς υπήρξαν αρκετές δυνατές σκηνές. Ήτε σε ερμηνείες ήτε στο σενάριο.) Έτσι φτιάχνεται μια ρεαλιστική δόμιση. Φιλικά πάντα
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΛΟΥΚΑΚΟΥ
Νοεμβρίου 30, 2017 at 11:33 pm
ΜΙΑ ΑΠΛΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΘΕΣΕΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΝΑ ΑΦΑΙΡΕΣΕΙ ΚΑΛΟ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΜΠΟΔΙΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΒΛΕΠΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΝΑ ΑΠΟΚΤΗΣΟΥΝ ΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΑΠΟΨΗ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΚΡΙΝΟΥΝ ΠΟΣΟ ΑΚΡΙΒΗΣ Η ΑΝΑΚΡΙΒΗΣ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΚΙΑ ΣΑΣ . ΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ ΟΤΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΕΙΔΕ Η ΔΕΝ ΘΑ ΔΕΙ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΠΟΨΗ .
Τζενη Γουλιελμου
Δεκεμβρίου 01, 2017 at 10:48 am
Ο Νικος Καζαντζακης ειναι μια τεραστια προσωπικοτητα ..για να μπορεσει να χωρεσει σε δυο ωρες σινεμα ..και μαλιστα ελληνικο ..κιμηματογραφο ..με πενιχρα , σχεδον μεσα !!!!!!!!!!!!!Η ταινια με συγκινησε και το δευτερο μερος της ..οπου μπαιναμε σταδιακα μεσα στο νοημα και στο βιωμα της ηταν συγκλονιστικο !!!!!! Θεωρω οτι ο Γιαννης Σμαραγδης προσεγγισε αυτον τον τοσο ξεχωριστο , μοναδικο ανθρωπο με σεβασμο , αγαπη και συγκινηση ! Θεωρω επισης την κριτικη σας ..Old boy υ μιζερη , κακοβουλη και εμπαθη ! Καιρος ειναι καποτε να λεμε τον καλο μας τον λογο ..εκει οπου αξιζει !!! Λυπαμαι ειλικρινα για τους ανθρωπους που θα επηρεαστουν απο τετοιου ειδους κριτικες ! Ελπιζω κι ευχομαι να ειναι …οσο το δυνατον πιο λιγοι !!!!!! Αφηστε τους υπολοιπους να απολαυσουν και να συγκινηθουν με την ταινια ! Μπραβο στον Γιαννη Σμαραγδη , στους εξαιρετικους ηθοποιους ..και σ ολους τους συντελεστες !!!!!! Μπραβο !
Μαιρη
Δεκεμβρίου 01, 2017 at 2:41 pm
Ντροπή στους κριτικους
Αικατερίνη
Δεκεμβρίου 01, 2017 at 6:15 pm
Eξαιρετικό άρθρο, γραμμένο από αληθινή αγάπη και γνώση του Καζαντζάκη, της λογοτεχνίας και του κινηματογράφου γενικότερα. Συμφωνώ απόλυτα με όλη την πανοραμική κριτική, που εντόπισε και κατέγραψε φριχτές κακοτεχνίες, τις οποίες δεν μπορούσα να συλλέξω μνημονικά μετά την παρακολούθηση της ταινίας και τώρα τις ανακαλώ και τις κατανοώ πολύ καλύτερα. Να προσθέσω στις απίθανες αισθητικές και ιδεολογικές παραβιάσεις της ταινίας του Σμαραγδή, την σκηνοθετικά απαράδεκτη αντιμετώπιση του Στέφανου Ληναίου και, ταυτόχρονα, του ηλικιωμένου Καζαντζάκη… Όχι μόνο δεν αξιοποιεί αυτόν τον σπουδαίο ηθοποιό παρά για ελάχιστο κινηματογραφικό χρόνο, όχι μόνο αφήνει τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο (με ελάχιστο μακιγιάζ, που τον κάνει άντε 50) να παίζει τον Καζαντζάκη μέχρι λίγο πριν να εισαχθεί στο νοσοκομείο και μετατραπεί σε Ληναίο, όχι μόνο δεν τοποθετεί -έστω- δίπλα στον ηλικιωμένο Ληναίο-Καζαντζάκη μια διαφορετική και μεγαλύτερη ηλικιακά ηθοποιό παρά αφήνει την (ελάχιστα μακιγιαρισμένη, άντε 55άρα) Μαρίνα Καλογήρου, αλλά και – το πιο τραγελαφικό – μακιγιάρει τόσο πολύ και εξαθλιώνει τόσο πολύ τον Ληναίο, ώστε προδίδονται τόσο ο 74χρονος Καζαντζάκης αλλά και ο ίδιος ο εξαιρετικά καλοστεκούμενος Ληναίος, που από ένας κοτσονάτος 89χρονος, που είναι στην πραγματικότητα δείχνει στην ταινία ένας καταπονημένος 100χρονος, δίπλα στην εγγονή του (Μαρίνα Καλογήρου-Ελένη Σαμίου). Η κάποια αχνή ελπίδα που δημιουργήθηκε στην αρχή της ταινίας με τη Μαρία Σκουλά και τον Αργύρη Ξάφη, ως γονείς του μικρού Καζαντζάκη, εξανεμίστηκε αμέσως μπροστά στην παντελή στο εξής αλλοφροσύνη.
Αλέξανδρος Βαμβούκος
Δεκεμβρίου 01, 2017 at 9:21 pm
Ο “Ελ Γκρέκο” είχε αποτελέσει τη μεγαλύτερη για μένα απογοήτευση σε ταινία, δεν πίστευα ότι μπορούσα να είχα γελαστεί τόσο πολύ. Από τον Βαρβάκη γλίτωσα πάντως και δεν πήγα, αν και είχα περιέργεια… Έλεγα, λοιπόν, να μην πάω να δω τον Καζαντζάκη. Μετά, όμως, την κριτική σου, το ξανασκέφτομαι: δηλαδή με έχεις ιντριγκάρει να δω αν η ταινία είναι όντως τόσο κακή…
Μανώλης Σκουντάκης
Δεκεμβρίου 02, 2017 at 2:05 pm
Να αγιάσει το στόμα σου!!! Συμφωνώ απόλυτα με τις κρίσεις. Ένα θέμα το οποίο δεν θίγετε, το οποίο θεωρώ απολύτως ουσιώδες, είναι η κρίση περί Καζαντζάκη ως συγγραφέως. Και δεν εννοώ την ευρύτερη κρίση, ότι δηλαδή ο συγκεκριμένος συγγραφέας χαίρει πανθομολογούμενης εκτίμησης. Το πράγμα ίσως να μην έχει έτσι. Ως εκ τούτου θεωρώ προσωπικά, ότι η συγκεκριμένη ταινία προσφέρει χρήσιμη υπηρεσία κατά τον ακόλουθο τρόπο: η μετριότητα του θέματος και του υλικού ταυτίζεται απόλυτα με την αξιοθαύμαστη μετριότητα του κινηματογραφικού αποτελέσματος. Ας χαιρόμαστε τουλάχιστον με αυτήν την τραγελαφική σύμπτωση. Συγχαρητήρια κύριε Σμαραγδή, διότι, έστω και για μία φορά, σταθήκατε μάλλον άθελά σας στο πραγματικό ύψος της περίστασης.
Ευαγγελία
Δεκεμβρίου 02, 2017 at 2:53 pm
Ειχα δει το El Greco. Εννοείται ότι δεν θα δω τον Καζαντζάκη!
anna
Δεκεμβρίου 03, 2017 at 3:03 pm
δυστυχώς συμφωνώ με την κτιτική της ταινίας χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπρι να τη δεις.
η ταινία γνωρίζει τον καζσντζάκη στο ευρύ κοινό. παρουσιάζει κάποια βασικά στοιχεία της ζωής το και βλέπεις την πορεία του ως άνθρωπο και καλιτέχνη. η επιλογή των ηθοποιών δεν ήταν η καλύτερη. ξεχώρησε η Μαρίνα στο ρόλο της γυναίκας του Καζσντζάκη
Η ταινία είναι πρόχειρη, παρουσιάζει επιφανριακά τη ζωή του συγγραφέως. τα ντοκυμαντερ της ερτ για τον Καζαντζάκη είναι πολύ καλύτερα . νομίζω ότι πρέπει να γίνει μία τσινία που να δείχνει πραγματικά τον Καζαντζάκη.
η ταινία EL Greco ήταν πολύ καλύτερη.
μετά το τέλος της ταινίας ένιωσα θλίψη και απογοήτευση για το έργο
Δημήτρης Παλαιολόγος
Δεκεμβρίου 03, 2017 at 10:44 pm
Ο.Κ. η ταινία θα μπορούσε να εκμαιεύσει το συναίσθημα του θεατή και με μια διαφορετική προσέγγιση. Αλλά… Η ψευδοδιανοουμενίστικη κριτική με ψευδοπροοδευτικές κορόνες και πολιτικά ορθές δηθενιές ανακατεμένη με απίστευτη κακοπιστία, μου προκαλεί έως και οίκτο για τον σχολιαστή-κριτικό.
Μαρια Παπαδημητρίου
Δεκεμβρίου 03, 2017 at 11:18 pm
Επιτέλους. Λυτρωθηκα με αυτά που γράφετε. Μόλις είδα την ταινία κ αποτυπωσατε όλα όσα σκεφτόμουν
Μ
Δεκεμβρίου 05, 2017 at 4:26 am
Εγώ θα έλεγα η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. ..
Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί πρέπει να είναι ή χάλια ή θεϊκή?
Αυτό που ξέρω είναι ότι κάποιος τόλμησε και το έκανε ταινία και ίσως, έστω και έτσι, κάποιοι θα μάθουν και κάτι παραπάνω για το ποιος είναι ο Καζαντζάκης. Ότι δεν έχει γράψει ας πουμε τον Ερωτοκριτό όπως με ρωτησαν.
Οι ερμηνείες χάλια, είναι αλήθεια, δυστυχώς. Θα προτιμούσα να δω κάποιον που δεν έχω ξαναδεί να τον ερμηνευει, ίσως να μην ήταν ηθοποιός. Πιο αυθεντικός θα φαινόταν. Δεν μου άρεσε καμια ερμηνεία πλην εκείνη του Συκιελιανου. Είχε πηγαίο πάθος ο ηθοποιός.
Επίσης υποπτεύομαι ότι ο σκηνοθέτης είναι έντονα επηρεασμένος από τον Φόρεστ Γκαμπ και το αποτέλεσμα της ελληνικης προσπαθειας βγήκε τραγελαφικό όπως το περιγραφετε.
Εγώ πάντως χάρηκα που βγήκε έστω και με σοβαρες ελλείψεις, γιατί έτσι… ίσως αύριο βρει καποιος το θάρρος να την κάνει καλύτερη, όπως αυτή που περιγράφετε ότι αξιζει στον πραγματικο Καζαντζάκη.
Αλεξάνδρα
Δεκεμβρίου 05, 2017 at 8:26 am
δυστυχώς, πήγαμε να δούμε την ταινία, και απογοητευτήκαμε.. παραποιημένες , με πολλές ελλείψεις οι βιογραφίες των πρωταγωνιστών. Τον Καζαντζάκη τον παρουσίαζε σαν έναν προβληματικό, δειλό μικροαστό. Κακά σκηνικά, χλιαροί διάλογοι. καμία “ατάκα”, να σε παραπέμπει, στο τεράστιο συγγραφικό του έργο. Ενας μετριότατος σκηνοθέτης, που καταπιάνεται με εμπορικά “πρόσωπα” της Ελληνικής Ιστορίας, για εμπορικούς και μόνο λόγους,.
κρίμα….
Giannakos
Δεκεμβρίου 05, 2017 at 7:42 pm
Αρπαχτή της κακιάς ώρας, το μόνο που με ανακούφιζε αφού είδα το “πόνημα” του Σμαραγδή είναι πως εγώ ο ασημότατος δεν κινδυνεύω από την κακοποίηση που υπέστη ο Καζαντζάκης
Βασιλική
Δεκεμβρίου 06, 2017 at 2:12 pm
Από εμπάθεια στον Σμαραγδή γράψατε το άρθρο ή επειδή διακατέχεστε από το σύνδρομο
“να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα”;
Ναι ο “μαθητής Καζαντζάκης” δεν πείθει, αλλά πρόκειται για δύο σκηνές, όπως δεν είναι καλή και η σκηνή πάθους με την Ίτκα. Θα συμφωνήσω ότι και η τοποθέτηση προϊόντος είναι ατυχής.
Δεν παύει, όμως, να είναι μια ΤΑΙΝΙΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΚΑΤΙ ΝΑ ΠΕΙ και που “ΜΕΝΕΙ ΣΤΗΝ ΣΚΕΨΗ”. Την είδα χτες και σκέφτομαι ν’ αγοράσω την “Αναφορά στον Γκρέκο”. Επιπλέον είναι μια ΠΡΟΣΕΓΜΕΝΗ ΤΑΙΝΙΑ, όχι σαν αυτές που γυρίζονται στην Ελλάδα.
Επίσης αν είχατε ασχοληθεί με το θέμα θα ξέρατε ότι στην “Ανφορά στον Γκρέκο” δεν γράφει λέξη για την Γαλάτεια. Εγώ, αν και δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, αυτό το ξέρω, εσείς που θέλετε να κάνετε και κριτική για την ουσία της ταινίας -αν και κατά πόσο αποδίδεται η προσωπικότητα του Καζαντζάκη – θα έπρεπε να γνωρίζατε στοιχεία για το έργο του! Αλλά μάλλον το “θάψιμο” και το “δεν μ’ αρέσει τίποτα” ήταν ευκολότερα από το να διαβάσετε…
ΚΑΛΗ ΤΑΙΝΙΑ, ΠΟΥ ΑΞΙΖΕΙ να πάει κάποιος να την δει, παρά τις όποιες αδυναμίες της!
ο δεν ελπίζω τίποτα
Δεκεμβρίου 06, 2017 at 6:33 pm
Είδα την ταινία χθες. Το γεγονός ότι δεν μπορούσα να συγκρατηθώ από τα γέλια σε ορισμένα σημεία όντως βεβαιώνει ότι η ταινία ήταν για τον π….. Ο Σικελιανός ως μέγας Ναπολέων με ανεξίτηλο αιλάινερ (πραγματικά η φιλία του με τον Καζαντζάκη πού στηρίχτηκε; Δεν κατάλαβα από την ταινία.). Ο πατήρ Καζαντζάκης όχι καπετάν Μιχάλης, αλλά σίγουρα καπετάν Μπίλιας (έρχεται και δένει με τον Ψάλτη που έτοιμος ήταν να πει Κούλα άσε το κ….ο τον Κυριάκο). Για τον Αθερίδη τι να πω; Θα του πω Άγαμοι θύται! Πραγματικά ασχολίαστα τα δήθεν μεταφυσικά φωτάκια της συμπαντικής αρμονίας και του φενγκ σούι, δεν υπάρχει τίποτε πιο υπονομευτικό από το να κατεβάζεις το ρωμαλέο πνεύμα του Καζαντζάκη στο επίπεδο της καφετζούς και του μυστικισμού.
Εytyxia
Δεκεμβρίου 06, 2017 at 10:27 pm
Συμφωνώ σε όλα!
ΕΥΑ
Δεκεμβρίου 07, 2017 at 10:36 am
Δυστυχως το είδα και ειναι ακριβως όπως τα λέτε!! Και θα συμφωνήσω με κάτι που διαβασα σε ένα αλλο site και το κλεβω ”…Λυπάμαι τους ανθρώπους που δεν ξέρουν τον Καζαντζάκη και θα τον γνωρίσουν απ’ τον Σμαραγδή. Ούτε ο Καζαντζάκης θα γνώριζε τον εαυτό του αν έβλεπε την ταινία.”
Nightkid
Δεκεμβρίου 07, 2017 at 2:16 pm
Μπράβο που το κατάθαψες με μια τόσο επιφανειακή ευκολία και δεν βρήκες ούτε ένα καλό να πεις… Όταν σου φταίνε κάποιες σκηνοθετικές αστοχίες(κυρίως τεχνικής φύσεως) είναι πολύ άδικο να ξεσπάς το μένος σου στους ηθοποιούς,που κάποιοι τουλάχιστον στάθηκαν επάξια. Και αντί να μιλήσεις για τις σκηνοθετικές-ερμηνευτικές οδηγίες στην προσέγγιση των ρόλων,τα χρεώνεις σε εκείνους.
Κουρος Οδυσσεας
Δεκεμβρίου 09, 2017 at 12:32 am
Δυστυχως….δε λαθεψες πουθενα.Κουρος Οδυσσεας
ΝΙΚΟΣ
Δεκεμβρίου 21, 2017 at 10:24 am
θα ειμαι πολυ σκληρος αλλα δεν ειναι να ασχολούμαστε μ αυτον το σκηνοθέτη, οι δημιουργίες του αναβλύζουν ματαιοδοξια ,καιροσκοπισμό και ελλειψη σεβασμού σε ιστορικά πρόσωπα, η δε αισθητικη του ειναι φτηνων τηλεοπτικών serials Ευτυχως υπαρχει προς το παρον ο Τελευταιος Πειρασμος του Scorsese για να υπαρχει ενα σημαντικο αποτύπωαμα του εργου του Καζαντζάκη στον κινηματογραάφο
Άλκηστη
Δεκεμβρίου 25, 2017 at 7:34 pm
πραγματικά συμφωνώ σε όλα,σε κάθε λέξη!!!!αυτή η ταινία μόνο παρωδία μπορεί να θεωρηθεί απλά προσβάλλει τον Καζαντζάκη!λίγο να έχεις εντρυφήσει στο έργο του και στη ζωή αυτού του τεράστιου συγγραφέα καταλαβαίνεις ότι αυτή η ταινία είναι ένας κλαυσίγελως.
Ν. Ασημακοπούλου
Δεκεμβρίου 26, 2017 at 6:53 pm
Η πιο τέλεια κριτική, στη πιο κακόγουστη ταινία!!!
johnnn
Δεκεμβρίου 28, 2017 at 1:04 am
ΠΡΟΣΚΥΝΩΩΩΩΩΩΩΩ ΚΡΙΤΙΚΗΗΗΗΗ…α και …σμαραγδη… προτου γραψεις ταινια …διαβασε το βιβλιο…
Άρης
Δεκεμβρίου 28, 2017 at 12:45 pm
Διάβασα όλα τα σχόλια. Οι περισσότεροι δεν είδαν την ταινία και δεν σκοπεύουν να την δουν. Έχουν όμως άποψη και αποτρέπουν άλλους να την δουν. Ως απλός θεατής και μη “ειδικός” συγκινήθηκα στην αίθουσα. Η ταινία είναι δυνατή. Ζωντάνεψε ο Καζαντζάκης που γνωρίζω από τα βιβλία του. Πλούσια συναισθήματα, ωραία εικόνα, πολύ καλοί ηθοποιοί.
Αυτό που διακρίνω στην κριτική και στα σχόλια είναι φθόνος και κακία.
Προτείνω σε όλους να την δουν,
Στέφανος Ληναίος
Δεκεμβρίου 28, 2017 at 6:04 pm
Μια από τις πολλές, θετικές και αρνητικές κριτικές, αναφέρεται και στη δική μου “εξαφάνιση”, στην ταινία ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ. Προτιμώ να μην απαντήσω τώρα για ποιο λόγο και πώς έγινε αυτό το ” θαύμα “. Ίσως αργότερα, αν χρειαστεί και αν έρθει ο κατάλληλος καιρός.
Τώρα, πιστεύω ότι οι θεατές της ταινίας, με όλες τις αδυναμίες της, ίσως συγκινηθούν, ερεθιστούν και θελήσουν να διαβάσουν περισσότερα για το έργο και τη ζωή του μεγάλου δάσκαλου της γενιάς μου Νίκου Καζαντζάκη.
Στέφανος Ληναίος
ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΠΥΡΟΥ
Δεκεμβρίου 29, 2017 at 7:31 pm
Θα έλεγα ότι η κριτική σας κάπου αδικεί τις προθέσεις του σκηνοθέτη και εν πάσει περιπτώσει δεν τηρεί το ανακαίο “μέτρο” για να μην χαρακτηρισθεί εμπαθής. Έτσι μοιραία αυτοϋπονομεύεται και εκπίπτει σε λίβελο.
Είναι απογοητευτική η ταινιά που είδατε (και είδα) – ναι. Συμφωνώ με πολλές από τις διαπιστώσεις-εντυπώσεις σας. Με μια λέξη: Η τανία είχε ελάχιστα ψύγματα “πνευματικότητας”. Δεν αγγίζει καν την ιδιαίτερη σχέση του Καζαντζάκη με τη γλώσσα και δεν αποδίδει την βαθιά υπαρξιακή αγωνία που αναδύουν τα έργα του. Οι ερμηνίες είναι ελάχιστα πειστικές για τους χαρακτήρες που ενσαρκώνουν και σίγουρα δεν ήταν αυτός ο Καζαντζάκης της “Αναφοράς στον Γκρέκο”. Τελικά, δεν ξέρω αν χρειαζόμαστε υποχρεωτικά μια ταινιά ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ. Προσωπικά είμαι αρκετά επιφυλακτικός με τις δραματοποιημένες βιογραφίες. Σε κάθε περίπτωση, προτιμώ να αφήνω τον συγραφέα να μιλά με τα έργα του μέσα μου. Κι ο Νίκος Καζαντζάκης σε παρασύρει να τον γνωρίσεις σαν συνοδοιπόρο στον αιώνιο πνευματικό του Ανήφορο. Διαβάστε τον.
άγνωστη
Δεκεμβρίου 30, 2017 at 11:15 pm
Η πιο ακριβής κριτική που διάβασα. Κατάφερε να με κάνει να αντιπαθήσω τον “Καζαντζάκη” ενώ είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς ο Καζαντζάκης.
Αντίνοος
Ιανουαρίου 03, 2018 at 4:29 pm
“ο κινηματογράφος, ο ελληνικός ή ίσως και όχι ο ελληνικός, χρωστάει μια κανονική ταινία πάνω στον Νίκο Καζαντζάκη.”
Ναι σωστά, αλλά απορώ γιατί όταν παίχτηκαν οι προηγούμενες ταινίες δεν είπαμε “ότι ο κινηματογράφος, ο ελληνικός ή ίσως και όχι ο ελληνικός, χρωστάει μια κανονική ταινία πάνω στον Καβάφη, ή τον Θεοτοκόπουλο, ή τον Βαρβάκη”
Έτσι κι αλλιώς, η αντιμετώπιση όλων αυτών των ηρώων ήταν σταθερά η ίδια, πάντοτε σύμφωνη με την “ποιότητα Σμαραγδή”.
Κατερίνα Μόσκα
Ιανουαρίου 03, 2018 at 11:02 pm
η ταινία ήταν υπέροχη εκτός απο 2 ή 3 μικρά σημεία που ο σκηνοθέτης έδωσε περισσότερη έκταση απο όση χρειαζόταν όμως έκανε και στον πιο ανίδεο Έλληνα να καταλάβει ποιος ήταν ο Καζαντζάκης και πόσο άθλιοι είμαστε εμείς οι Έλληνες με την επιτυχία του άλλου καλή ώρα αυτή η άθλια κριτική ενός μαλάκα που εστιάζει σε μαλακίες και δεν βλέπει την ουσία. Και η ουσία είναι μία ότι ο Καζαντζάκης κυριαρχεί ως ανθρώπινη ύπαρξη και σαρώνει στο πέρασμα του ακόμη και μετά θάνατον μαλάκα κριτικέ
Sillas g.
Ιανουαρίου 06, 2018 at 9:47 pm
Σιγά ρε κουλτούρα, η υπερβολή σου δεν παίζεται.
Δρ Χρυσούλα Κοσμίδου-Hardy
Ιανουαρίου 08, 2018 at 5:37 pm
Διαφωνώ με την κριτική αυτή και θα παρουσιάσω την κριτική μου ανάγνωση με παραδείγματα από την ταινία. Τόσο πάθος για να υποβιβάσουμε το έργο ενός Έλληνα σκηνοθέτη; Τι νομίζει ο ‘συγγραφέας’ της κριτικής αυτής ότι τον νομιμοποιεί να αναγάγει μια ‘φτηνή’ κατά την ταπεινή μου άποψη κριτική σε περίπου ‘αντικειμενική αλήθεια’; Έχει σκεφτεί γιατί στο τέλος της ταινίας χειροκροτούσε το κοινό και κάποιοι ήταν με δάκρυα στα μάτια; Θεωρεί ότι ο ίδιος κατέχει την ‘εξ αποκαλύψεως αλήθεια και επιχειρεί να επηρεάσει κόσμο με τη δική του προσωπική ανάλυση;
Ελένη κουκη
Ιανουαρίου 20, 2018 at 6:49 pm
ευτυχώς που υπάρχουν Έλληνες σαν τον Σμαραγδη που με τα πενιχρα μέσα που διαθέτουν μας υπενθυμίζουν, μέσα στην όλη παρακμή που ζούμε, το μεγαλείο του ελληνικού πνεύματος. Λυπάμαι για τα βέλη που δέχεται αλλά σε τούτη εδώ τη χώρα όλοι οι καλοί εδιωχθησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και αυτό συνέβαινε από αρχαιοτάτων χρόνων. Η ιστορία θα δικαιώσει τον Σμαραγδη…Όσο για σένα κριτικέ στείλε τον κόσμο για μια ακόμη φορά να δει Hulk και οποιοδήποτε άλλο αμερικάνικο blockbuster ξέρεις εσύ από αυτά που έχουν μεγάλο budget από πίσω. …
Λουκια
Ιανουαρίου 20, 2018 at 7:39 pm
Ενα στοιχημα:
Διαβασα μετα απο ωρα..την υπολοιπη κατα λεπτο αφηγηση μιας αηδιας.οχι,δεν θα δω το εργο.συμπασχω με οοο,τι επαθες ολντμπόϊ…μου.
Το στοιχημα:…,με το τραγουδι του γ.χρονα:οχι,οχι,..δεν πρεπει να συναντηθουμε,…σου λεω το στοιχημα αναμεσα στα κειμενα καζαντζακη και στις εικονες του νεοελληνα…
Εχω κι αλλου εκουσει ,για αλλο εργο..μμμ,μου διαδευγει..ποσο ξερα ακουγοταν η ατακα..οταν λες το απιθανο σου σχολιο για την σκηνη: “εκπληρωσαμε το χρεος μας …”.Ξερω κι αλλο..!μια ηθοποιος μας,γνωστη απο σιριαλ,..χικ…!ελεγε σε συνεντευξη -εξομολογηση!δημοσια..!!.,-ειχα ενα βαρος..την παρθενια μου,..ενα χρεος απεναντι της να την πεταξω απο πανω μου…και το ζητησε απο εναν φοιτητη της…!!…ι α τ ρ ι κ η ς!!!εζησε αυτο το αλωνακι πολλα.απιστευτα..
Μα σσσς..οκ;?τελειωσε το γελιο?..οκ..μιλω;οκ..
Λοιπον,συμφωνω
Αλλα
Αν κανεις υπομονη..να δεις ολες τις τσοντες του 80και τον κουλτουρ γαλλικο κινημ/φο..και αχ,τί επαιζε το μεταμεσονυχτιο ριβολι…θα δεις τον μικρο σμαραγδη..ετσι οπως απιθανα ειδες τον μαθητη παπασπυλιοπουλο,..και,..και..
Ο αθεριδης ειναι απο την παρεα πλ.ναυαρινου του ιδιου χρονικου διαστηματος με ιεροκλη..κι ηταν κι συζυγος μου.:-παγος.-μια πολη που δεν σηκωθηκε ποτε απο τον βιασμο των χουντικων.
Μα τωρα σταματω.να κανω εμετο.
Σ αγαπω ολντ…
Χρ. Κοσμίδου-Hardy
Ιανουαρίου 21, 2018 at 5:44 pm
Πιο επιφανειακή κριτική δεν θα μπορούσε να γίνει. Τι σπουδές έχει κάνει ο συκεκριμένος συγγραφέας για να βαφτίζεται ως κριτικός και να νομίζει ότι κατέχει την ‘εξ αποκαλύψεως αλήθεια’ για την ταινία; Τι ξενομανία τον βασανίζει που βγάζει ηρωϊκή και μοναδική την ταινία του Ζορμπά με τον Κουίν όταν κάποιοι άλλοι [κι εγώ συμφωνώ μαζί τους] κρίνουν ότι η ταινία δεν έκανε καλό στο βιβλίο! Όπως λέει ο Αρκουδέας κανείς δεν φρόνισε να απολογηθεί για το κακό που έκανε στον Καζαντζάκη και μέσα σ’αυτούς ήταν και η Γαλάτεια που τόσο πίκρανε τον κριτικό η απουσία της!
Κατερινα
Ιανουαρίου 02, 2019 at 8:18 am
Πολυ ρηχη ταινια αδιαφορη κακη σκηνοθεσια κακη διανομη ρολων. Ο Αθεριδης ως Ζορμπας θυμιζει παρασταση δημοτικου σχολειου
Ελισάβετ Κύρκου
Ιανουαρίου 04, 2020 at 12:30 am
Γεια σας σήμερα είδα την ταινία στην TV. Δεν θα κάνω κανένα σχόλιο διότι δεν είμαι κριτικός. Και βέβαια δεν μου επιτρέπεται να σχολιάσω την ώς άνω κριτική, όπου συμφωνώ σε ορισμένα βιογραφικά στοιχεία τα οποία δεν αναφέρθησαν. Η ένστασή μου όμως είναι στο άτομο το οποίο κάνει την κριτική και δεν αναφέρει το πραγματικό του όνομα. Όπως όλοι οι κριτικοί κινηματογράφου τους οποίους γνωρίζουμε. Θεωρώ ότι δεν θα έπρεπε ????? Ευχαριστώ.
ΕΙΡΗΝΗ - ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ΧΥΤΗΡΗ
Ιανουαρίου 08, 2021 at 11:30 pm
Ο,τι πιο αναιδες εχω δει.
Αριάδνη Καλογεροπούλου
Μαρτίου 06, 2021 at 4:37 pm
Υπερβολική η κριτική σας για την ταινία. Αυτόπου θα είχα να παρατηρήσω εγώ είναι ότι η ζωη και το έργο του Ν. Καζαντζάκη δεν μπορεί να αποδοθεί επδ ουδενί σε ένα τρίωρο. Γι αυτο και ο σκηνοθέτης έκανε πράγματι πολλά άλματα. Χρειάζονται πολλά τρίωρα. Ο κ. Σμαραγδής έκανε μια προσπάθεια. Ας ακολουθήσουν και άλλοι πιο ποιοτικοί σκηνοθέτες. Έχουμε δει τόσες και τόσες αμερικανιές, ο Σμαραγδής με τον ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ μας πείραξε;Καιναν κανει για σχολική παράσταση πού είναι το κακό; Τόσο το καλύτερο θα έλεγα